audio
audioduration (s)
0.04
8.96
raw_text
stringlengths
1
111
normalized_text
stringlengths
0
108
Δροσέρεψε η Λενιώ
δροσέρεψε η λενιώ
Ώσπου
ώσπου
κι αυτή άρχιζε
κι αυτή άρχιζε
πολλά και θαυμαστά σαν και τούτα.
πολλά και θαυμαστά σαν και τούτα
απού γιατρεύεις τσι καρδιές
απού γιατρεύεις τσι καρδιές
Στο διάστημα αυτό καταφθάνει κι ο κύρης μου
στο διάστημα αυτό καταφθάνει κι ο κύρης μου
που τρυπώναμε στ' αποπίθαρα
που τρυπώναμε στ αποπίθαρα
μυρωμένος να 'χει φάει
μυρωμένος να χει φάει
Τ' αγαπημένα μας το χωστό
τ αγαπημένα μας το χωστό
Νύχτωσε σε ένα χωριό
νύχτωσε σε ένα χωριό
Πάω να βρω μωρό να ψύγω
πάω να βρω μωρό να ψύγω
Κοιμάσαι, μητέρα μου;
κοιμάσαι μητέρα μου
έτσα να μην ομπιάσει
έτσα να μην ομπιάσει
του ανταπάντα αυτή
του ανταπάντα αυτή
Δεν πειράζει.
δεν πειράζει
φάκο εκατέβαζε.
φάκο εκατέβαζε
Πού πας φταρμέ
πού πας φταρμέ
και ακουμπούσαμε τα χέρια μας στα γόνατα τζη
και ακουμπούσαμε τα χέρια μας στα γόνατα τζη
που γροίκα να ντιντινίσει ο μυαλός τση
που γροίκα να ντιντινίσει ο μυαλός τση
και να μην τονε παίρνει
και να μην τονε παίρνει
Καλεί ο άντρας
καλεί ο άντρας
κι από τη δούλη του Θεού
κι από τη δούλη του θεού
κι εσύ και το όνειρό σου.
κι εσύ και το όνειρό σου
κι άλλα ξεραθήκα
κι άλλα ξεραθήκα
και διασκορπάς τσοι πόνους.
και διασκορπάς τσοι πόνους
και να γητέψει το περβόλι
και να γητέψει το περβόλι
κι άναβε και κόρωνε από τη μάνητα.
κι άναβε και κόρωνε από τη μάνητα
κι εξεντραλίστηκε
κι εξεντραλίστηκε
κι έφυγε και πάει σε ένα άλλο χωριό
κι έφυγε και πάει σε ένα άλλο χωριό
κι ως πήγε να δοκιμάσει
κι ως πήγε να δοκιμάσει
Μα έλα που το βράδυ
μα έλα που το βράδυ
κι άμε στα όρη, στα βουνά
κι άμε στα όρη στα βουνά
μπας και μας βάλει μυαλό και ανθρωπονοήσουμε.
μπας και μας βάλει μυαλό και ανθρωπονοήσουμε
Αμήν.
αμήν
κι η αμπλά μου που είχε ανοίξει η μύτη τζη.
κι η αμπλά μου που είχε ανοίξει η μύτη τζη
Κόπιασε.
κόπιασε
και πόδια
και πόδια
Στόσο σωστάς καταφθάνει κι η μουτσούνα μου
στόσο σωστάς καταφθάνει κι η μουτσούνα μου
παράπονα ήκανε στο Θιο ο Αδάμης
παράπονα ήκανε στο θιο ο αδάμης
Ήσαξε κι απ' ούλα τα ζωντανά
ήσαξε κι απ ούλα τα ζωντανά
Και πήρε απου λέτε η θεια μου η Μελεμενιά ύφος
και πήρε απου λέτε η θεια μου η μελεμενιά ύφος
και ποιο είναι το παράπονο σου μαθές;
και ποιο είναι το παράπονο σου μαθές
ήκανε το μεσόσκευο
ήκανε το μεσόσκευο
το χαβά σου εσύ
το χαβά σου εσύ
Όι λω που μας κάνει και την κερία
όι λω που μας κάνει και την κερία
καλεί τον Αδάμη λέει ντου
καλεί τον αδάμη λέει ντου
Σφίνα η Μελεμενιά
σφίνα η μελεμενιά
είντα 'ναι Θεέ μου
είντα ναι θεέ μου
πως εδώ 'ναι η πίσσα, εδώ 'ναι και η παράδεισος
πως εδώ ναι η πίσσα εδώ ναι και η παράδεισος
Αρχίξανε και γκαρίζανε
αρχίξανε και γκαρίζανε
δηλαδή
δηλαδή
πως ό,τι κάνει κιανείς σε τούτονε τον ψεύτη κόσμο
πως ότι κάνει κιανείς σε τούτονε τον ψεύτη κόσμο
ο Αδαμάκος το τριγούνι
ο αδαμάκος το τριγούνι
δεν τα θέμε όλα δικά μας, μόνο
δεν τα θέμε όλα δικά μας μόνο
Ε στάσου δα, γέρο, μην τα θέτε κι όλα δικά σας
ε στάσου δα γέρο μην τα θέτε κι όλα δικά σας
ναι μωρέ
ναι μωρέ
Ήσαξε
ήσαξε
Δεν ήσκυφτε να τηνε πιάσει
δεν ήσκυφτε να τηνε πιάσει
Μούγκριζε, γιατί λέει
μούγκριζε γιατί λέει
γιατί διάλε και γάτεχε κιανείς
γιατί διάλε και γάτεχε κιανείς
Γδυμνό, με μια παρδαλή, να ψήνουνε πιταράκια.
γδυμνό με μια παρδαλή να ψήνουνε πιταράκια
σε μεγάλο νταραχτά μπήκε αυτός
σε μεγάλο νταραχτά μπήκε αυτός
θες να πεις πως το γραμματισμένο
θες να πεις πως το γραμματισμένο
το χάνομε τ' Αδαμάκι μας
το χάνομε τ αδαμάκι μας
Ήσαξε και φοράδες
ήσαξε και φοράδες
πηγαίνει με την άλλη
πηγαίνει με την άλλη
ως τση 'πε το Σηφαλιό για να τηνε πειράξει
ως τση πε το σηφαλιό για να τηνε πειράξει
και όφου σου λέω λέω βάσανα
και όφου σου λέω λέω βάσανα
Χτυπήσανε τσι γροθιές οι φαρμακόγλωσσες η μελεμενιά με την Κατινιά κι είπανε
χτυπήσανε τσι γροθιές οι φαρμακόγλωσσες η μελεμενιά με την κατινιά κι είπανε
και αυτόν ο Θιος
και αυτόν ο θιος
δεν τονε γνώρισε. φενέρι
δεν τονε γνώρισε φενέρι
Κι είντα το ψωμί σου τρώγανε;
κι είντα το ψωμί σου τρώγανε
είντα 'θελε να του πει η θεια η Μελεμενιά
είντα θελε να του πει η θεια η μελεμενιά
πώς ήφτιαξε ο Θεός τον άντρα;
πώς ήφτιαξε ο θεός τον άντρα
να, εσένα σκέφτομαι
να εσένα σκέφτομαι
είντα λοής;
είντα λοής
και να ξανοίξει να μπαλώσει
και να ξανοίξει να μπαλώσει
απού 'χει δυο αγαπητικές
απού χει δυο αγαπητικές
Το 'δεσε σκολαρίκι και τη χρονιά εκείνη
το δεσε σκολαρίκι και τη χρονιά εκείνη
Εγώ όμως
εγώ όμως
τριγούνι
τριγούνι
Και σείστηκε ο κόσμος
και σείστηκε ο κόσμος
Και το 'δεσε κόμπο και πίστεψε
και το δεσε κόμπο και πίστεψε
φωνιάζει ο Θιος τον Αδάμη
φωνιάζει ο θιος τον αδάμη
Σαν είναι έτσα
σαν είναι έτσα
και χέρια του 'βαλε
και χέρια του βαλε
και ο όφου σου λέω
και ο όφου σου λέω
Και τη στιγμή που πέρνα από μπρος τωνε
και τη στιγμή που πέρνα από μπρος τωνε
που κουνούνε την οριά ντως
που κουνούνε την οριά ντως
τα κρουφά
τα κρουφά
σουπιές
σουπιές
γιατί κιανείς δε γιάγειρε
γιατί κιανείς δε γιάγειρε
για κόπιασε
για κόπιασε
σαν να μην έχεις άδικο
σαν να μην έχεις άδικο
Κι ο Αδαμάκος είντα λέει;
κι ο αδαμάκος είντα λέει
και τα πόκρουφα
και τα πόκρουφα
Λένε πολλοί
λένε πολλοί
Τση στέσαν όμως μπροσκάδα
τση στέσαν όμως μπροσκάδα
Η κακομοίρα, ας είν' και καλομοίρα, η μελεμενιά
η κακομοίρα ας είν και καλομοίρα η μελεμενιά
Τα δίκαια μεσάνυχτα
τα δίκαια μεσάνυχτα