audio
audioduration (s)
2.12
9.14
text
stringlengths
3
104
speaker_id
int64
27.6k
27.6k
όπου ήξερε πως τον καρτερούσε μια ορεκτικότατη σκορδαλιά.
27,583
Τι είναι αυτά; ρώτησε.
27,583
Η αυτοθυσία! μουρμούρισε.
27,583
εκεί που τα πήρε.
27,583
και τον κατέβασε ο Κακομοιρίδης στο πηγάδι.
27,583
περίμεναν υπομονετικά να τελειώσει ο καβγάς
27,583
και πήγε στο μαγειριό
27,583
και να δεις με τι καρδιά δουλεύομε!
27,583
βροντοφώνησε το Βασιλόπουλο.
27,583
Μισόκλεισε τα μάτια του ικανοποιημένος καθώς ζωγράφισε στη δεξιά άκρη
27,583
Το Βασιλόπουλο έσκυψε το κεφάλι, καταθλιμμένο.
27,583
Και, μόλις έκαναν οι στρατιώτες να τον αφήσουν, έπεφτε χάμω.
27,583
Σκάλισμα: Σκοπός του είναι να απαλλάξουμε το χώμα από τα διάφορα άγρια χόρτα.
27,583
Και χωρίς όπλα, πρόσθεσε τρίτος χαχανίζοντας.
27,583
σαν όλους.
27,583
Η βαθιά σιωπή ολονών του φαίνουνταν δυσάρεστη.
27,583
Καθισμένη σε μια γωνιά η Ειρηνούλα έκλαιγε με αναφιλητά.
27,583
Δέκα λεπτά ακόμη
27,583
Εσύ ωστόσο μη χάνεις στιγμή.
27,583
Ο Βασιλιάς, με το πιρούνι του όρθιο στο χέρι
27,583
Α, σε βαρέθηκα πια!
27,583
Και δεν είχε.
27,583
έλα αύριο στο σπίτι του να κάνεις το μάθημα σου.
27,583
Εγώ είμαι ο στρατός, Αφέντη, είπε πάλι ο κουτσός.
27,583
βιαζόταν και είχε αφήσει το σχέδιο στη μέση.
27,583
Ο λαιμός μου είναι κατάξερος, και θέλω να τον γλυκάνω με το νησιώτικο κρασί
27,583
Είμαι ο γιος του Βασιλιά και σε διατάζω!
27,583
Λοιπόν, πατέρα μου και Βασιλιά μου
27,583
της ύπαρξής μου στέμμα
27,583
Καλή αρχή! είπε με χαρά το Βασιλόπουλο.
27,583
έκανε το χαρακτηριστικό της θόρυβο
27,583
και ξαναγύρισε στη δουλειά της
27,583
Ο κουλός, αποκρίθηκε ο πρωτομάστορης.
27,583
Είναι πολύ μεγάλο.
27,583
Τότε, στον καλό καιρό, σα ζούσε ο Συνετός
27,583
Κανείς δεν γύρισε να τον κοιτάξει
27,583
Τι μου κάθισες στο λαιμό σου, στη θέση της χρυσής σου αλυσίδας;
27,583
Πού φθάνουν;
27,583
Δοκίμασα να τον συνεφέρω, μα δεν άνοιξε τα μάτια του.
27,583
τα φοβερά κάστρα του Συνετού.
27,583
Από που είσαι λοιπόν;
27,583
θα έχει προδώσει.
27,583
Μόνο εκείνους πια περίμεναν για να καθίσουν.
27,583
Και βγάζοντας το ρούχο του, το Βασιλόπουλο έφτιασε τρία κατρακύλια.
27,583
Ο Πολύδωρος ανατρίχιασε.
27,583
που έφθανε μισοπεθαμένος από τον ασυνήθιστο κόπο της πρωινής του.
27,583
Σε πειράζει, πατέρα
27,583
Έξαφνα, κρύβοντας το πρόσωπο του στα χέρια του
27,583
Μα πού να τα βρει;
27,583
Έξαφνα χτύπησε το μέτωπο του
27,583
Στο καλό, πατριώτη!
27,583
όσα μου παρήγγειλε ο Εξοχότατος κυρ-αρχικαγκελάριος
27,583
Άφησε με να σε βοηθήσω λοιπόν κι εγώ, κυρα-Βασιλοπούλα.
27,583
Δε δουλεύει το ξύλο.
27,583
Ο κουλός εξακολουθούσε να σπρώχνει τις φελούκες του.
27,583
για να μη ζητιανεύουν.
27,583
Όχι χορταρικά, μόνο ρίζες, διέκοψε ο δάσκαλος.
27,583
Ό,τι θέλεις θα το κάνω.
27,583
Το κεφάλι του ήταν μαντιλοδεμένο
27,583
Το σπίτι μου θα φθάσει πάντα.
27,583
αποκρίθηκε λαχανιασμένος.
27,583
Ύστερα φώναξε τον αρχικαγκελάριό του και του είπε
27,583
Να το κλώσετε σεις!
27,583
Γίνονται βέβαια
27,583
Τι θέλει αυτή η μέλισσα;
27,583
παραμερίζοντας το γιο του.
27,583
Ο υπασπιστής Πολύκαρπος έβαλε τα οπωρικά σε μια γαβάθα
27,583
Αντί να τρέχεις στο Σχολείο του Κράτους
27,583
Η κρεμαστή σκάλα ήταν σπασμένη
27,583
που από το παράθυρο, στο πίσω μέρος του σπιτιού
27,583
Έκοβαν τα δέντρα
27,583
όλα ταράχτηκαν, και τρόμαξαν, και ανατρίχιασαν, και σείστηκαν, και μουρμούρισαν αναμεταξύ τους φοβισμένα
27,583
και σου φέρνω αμέσως όσο θες!
27,583
Έσκασες όμως το άλογο σου.
27,583
πήρε τα κλειδιά, και από κει τράβηξε για τη φυλακή.
27,583
Οι δύο νέοι τον ευχαρίστησαν καταχαρούμενοι.
27,583
Ο πατέρας σου θα γυρίσει στο σπίτι σας απόψε.
27,583
προϊόντων που είναι φιλικά προς το φυσικό περιβάλλον και την υγεία
27,583
Βάλε δω άλλο ένα στεφάνι, Αφέντη, είπε ο πρωτομάστορης, δείχνοντας τον τάφο του Πολύδωρου.
27,583
Άλλο τόσο θα κάνουμε κι εμείς.
27,583
Θέλεις να μάθεις;
27,583
Μα άλλο βέλος τρύπησε το πλευρό του
27,583
Μπορούσες να σκοτώσεις καμιάν αγριόπαπια.
27,583
χαιρέτησε βαθιά κι ετοιμάζουνταν να βγει έξω.
27,583
και από ολόκληρη τη γέφυρα υπήρχε μόνο ένα προσχέδιο
27,583
Ο Πολύδωρος τα πλήρωσε με τη ζωή του, πρόσθεσε συγκινημένος.
27,583
Ο Βασιλιάς μουφλούζεψε.
27,583
ρώτησε σιγά το Βασιλόπουλο
27,583
αποκρίθηκε το παιδί.
27,583
Αφέντη, ο εχθρός προχωρεί!
27,583
Οι Βασιλοπούλες σταμάτησαν σαστισμένες
27,583
να τους φέρω εδώ
27,583
και μας πήρε όλους
27,583
Ξυπνητός ονειρεύομαι;
27,583
την παγωμένη λίμνη με τη γέφυρα που ένωνε την ανατολική με τη δυτική πλευρά
27,583
Τώρα έχω ό,τι μου χρειάζεται για το γιαχνί μου
27,583
Δεν ξέρω ακόμα τίποτα!
27,583
Και συ, Ειρηνούλα;
27,583
Αμ αν ήταν να έβρισκα σκοπό
27,583
και δυο-τρία πανέρια ήταν γεμάτα, παρατημένα εκεί.
27,583
README.md exists but content is empty.
Downloads last month
59